Anna Stavrakopoulou, Selected Poems from the collection BABEL FOR TWO
ΕΠΙΛΟΓΗ ΠΟΙΗΜΑΤΩΝ ΑΠΟ ΤΗ ΣΥΛΛΟΓΗ ΒΑΒΕΛ ΓΙΑ ΔΥΟ


Anna Stavrakopoulou, Translated by Julia Dubnoff
Ἀννα Σταυρακοπούλου
Athens 2011
Αθήνα 2011
Και μην ξεγελαστείς ποτέ/And don’t ever fool yourself
και πιστέψεις ότι εσύ ήσουν/ Into believing that is was you
που ενέπνευσες όλα αυτά/who inspired all this
τα ποιήματα και πεζά./poetry and prose.
Ο συνομιλητής μου υπήρξε/My partner in conversation has been
εξίσου αποκύημα της φαντασίας μου./A figment of my imagination, too.

Η ΕΓΧΡΩΜΗ

Παρασκευή απόγευμα πήγαν για καφέ στο Μανχάτταν·
μίλησες και μίλησε,
τι έκανε, πού έζησε, ποιους ξέρει,
από πού πέρασες, τι ανοίγεται μπροστά σου, τι αφήνεις πίσω σου.
“Δε μ’ αρέσουν οι μπανάνες, να το θυμάσαι” του είπες·
Εκείνος, σιχαίνεται τον τραχανά, λέει· έχουμε καιρό ακόμη
για τραχανάδες, σκέφτηκες.
Η χειρομάντισσα όλα τα είχε προβλέψει, και βγήκαν·
δεν σου αποκάλυψε όλες τις προφητείες βέβαια, κάτι νύξεις μόνο,
ίσα για να σου κινήσει την περιέργεια.
Πλήρωσε και φύγανε· έπρεπε να πάει να δουλέψει.
“Πριν απ’ όλα το πρόγραμμα”, σου είπε.
Επιστρέφοντας στο σπίτι περάσατε από το μπακάλη,
να πάρεις γάλα, να πάρει πατάτες.
Κι έτσι, ένα όνειρό τους έγινε πραγματικότης: στο μπακάλη με παρέα.
Όταν γύρισες στο σπίτι ήσουν χαρούμενη, χωρίς λόγο,
ίσως για το μπακάλη.
Έπεσες και κοιμήθηκες ανάλαφρα·
άρχισες ν’ αναρωτιέσαι αν σε είδε η γύφτισσα
κι εσένα μέσα στην ανοιχτή παλάμη
(τότε δεν ήξερες ότι δε χωρούν δυο σ’ αυτή τη χούφτα).
Την άλλη μέρα το πρωί που ξύπνησε, η ασπρόμαυρη τηλεόραση είχε γίνει έγχρωμη…
Τρόμαξε, αλλά έμαθε ότι κάποτε
ακόμη κι ένα μηχάνημα μπορεί να δει τη ζωή αλλιώς·
μόνο που τα χρώματα υποχώρησαν σύντομα, και γρήγορα ξαναβρήκαμε
την γνώριμη ασπρόμαυρη μονοτονία.

Color TV

Friday afternoon they went for coffee in Manhattan;
You spoke and he spoke:
What did he do, where did he live, who does he know?
Where had you been, what lay ahead of you, what had you left behind?
“I don’t like bananas; remember that,” you told him.
He said he hates porridge. Porridge-time is nowhere near, you thought.
The palm reader had predicted all this, and it happened.
He did not reveal all the prophecies of course, just a few hints, to excite your curiosity.
He paid and they left; he had to go work.
“The schedule comes first,” he told you.
On the way home, you passed by the store,
for you to get milk and him to get potatoes.
So, a dream of theirs came true: to be at the store with company.
When you went home you were happy, for no reason,
maybe because of the store.
You fell asleep and slept lightly;
You started to wonder whether the seer had seen you,
too, in his open palm
(You did not know then, that two could not fit in there).
The next morning, when she woke up, the black and white TV had become color…
She was startled, but she learned that at times
even a machine can see life differently;
Unfortunately the colors soon receded, and before long we resumed
our familiar black and white monotony.

PASTICHE ΤΗΣ ΚΑΚΙΑΣ ΩΡΑΣ

Τα δίπλωσε προσεκτικά, με τάξη,
ένα ένα τα πουκάμισά του.
Επίπεδα τα μανίκια θύμιζαν τα ωραία μέλη·
η πλάτη ίσιωνε χωρίς δυσκολία,
κι ο γιακάς λύγιζε υπάκουα κάτω απ’ την πίεσή της.
Πόσες φορές δεν πεθύμισε την αίσθηση αυτή
κάτω απ’ τα δάχτυλά της.
Μόνο που η ζεστασιά στην προκειμένη περίπτωση
οφειλόταν εξ ολοκλήρου
στο σίδερο ατμού με τον δείκτη στο ενάμισυ.

Hasty Pastiche

She folded his shirts carefully, neatly,
one after the other.
The flat sleeves reminded her of the beautiful limbs;
the back was straightened easily,
and the collar bent obediently under her pressure.
How many times had she not desired this sensation
in her fingers.
Only, in this case, the warmth
came entirely
from the steam iron switched to one and a half.

ΥΜΕΝΑΙΟΣ ΕΝΟΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΟΥ

“υπάρχω;” λες, κι ύστερα “δεν υπάρχεις”
Κώστας Καρυωτάκης, “Πρέβεζα”
Οι τάφοι και τα ερείπια
τα κτερίσματα και οι επιγραφές
έχουν να προσφέρουν πολλά:
μας λένε για τους άρχοντες και τους νόμους τους,
για τις σοδειές και τις θεομηνίες,
για τις ψυχές και τις σάρκες·
περασμένες ζωές, άλλες συνήθειες, απολιθωμένοι έρωτες,
λόγια αγάπης που ο νεκρός ποτέ δεν άκουσε,
χαραγμένα κατόπιν παραγγελίας από τεχνίτη
που μπορεί και να τα γέμισε με ανορθογραφίες.
Κι εκείνος, που μόνο κάτι φαγωμένες πέτρες τον συγκινούν,
που ένας βράχος τον κάνει να ριγεί πιο πολύ από μιαν ανάσα,
γιατί σου ζητά να γίνεις επίγραμμα για να σε συλλαβίσει;
Γιατί τα δάχτυλά του δεν ψηλαφούν των κορμιών την αγριάδα,
γιατί δεν μεθά στων γέλιων τον κόλαφο,
αντί να προσπαθεί ν’ ακούσει τους ψιθύρους του κενού;
Γιατί ο μαρμαρένιος πόθος του
αρνείται να παραδεχτεί
ότι ένα λεηλατημένο κρεβάτι
δεν έχει να ζηλέψει τίποτε
από έναν ασύλητο τάφο.

Wedding Song For an Archaeologist

“Do I exist?” you ask, and then “you don’t”
Kostas Karyotakis “Preveza”
The tombs and the ruins,
the funeral gifts and the inscriptions
have much to offer:
they tell us about rulers and their laws,
crops and famines,
the soul and the flesh;
bygone lives, other customs, petrified romances,
words of love, which the deceased never heard,
engraved upon request by a craftsman
who might have filled them with spelling mistakes.
And he, who is only moved by stones,
who is more thrilled by a rock than by a breath,
why does he ask you to become an inscription so that he may read you?
Why don’t his fingers explore the roughness of bodies,
why doesn’t he get drunk in noisy laughter,
instead of focusing on the whispers of the void?
Because his marble desire
refuses to admit
that a pillaged bed
is by no means inferior
to an intact grave.

ΟΙ ΖΗΛΩΤΕΣ ΤΗΣ ΓΝΩΣΗΣ

Είναι νέοι, έξυπνοι και ωραίοι·
οι μέρες τους και προπαντός οι νύχτες τους
είναι αφιερωμένες εξαιρετικά
σε πάσης φύσεως συγγράμματα και περιοδικά.
Κάθε πρωί, βουτούν στον δυνατό καφέ τους
πονήματα για την Κρήτη, αντί τσουρέκια και γλυκά.
Το μεσημέρι, απαραιτήτως,
τυλίγουν τους ντολμάδες τους
στα φύλλα πολύτιμου παπύρου.
Το βράδυ τέλος, δεν παραλείπουν
να καταβροχθίσουν τις τελευταίες δημοσιεύσεις
για τη χρήση των μπαχαρικών στους μυκηναϊκούς χρόνους,
και στη συνέχεια, χωνεύουν διαβάζοντας για μεθόδους ρωμαϊκές
κατά της βαρυστομαχιάς και του κορεσμού.
Στο φως του φεγγαριού
παθιάζονται με την λατρεία της Εκάτης·
ενώ το χάραμα ξυπνούν προβληματισμένοι
με τα διλήμματα της Αντιγόνης και της Ελένης.
Έτσι τους κάνει η Οξφόρδη, λέει·
εγώ νόμιζα ότι ποτέ δεν πρέπει
να κάνουμε ό,τι δε θέλουμε να μας κάνουν·
θα της άρεσε άραγε της Οξφόρδης
να της φερόντουσαν κι εκείνης έτσι;
Σα γυναίκα προς γυναίκα· ρωτάω.

The Zealots of Knowledge

They are young, bright and beautiful;
their days and mostly their nights
are dedicated wholeheartedly
to scholarly journals and volumes.
Every morning, they dip in their strong coffee
treatises on Crete, instead of biscotti.
At noon, ineluctably,
they roll their sushi,
in the leaves of precious papyri.
Last, for dinner, they don’t fail
to devour the latest publications
on the use of spice in Mycenaean times;
while later, they digest reading about Roman methods
of avoiding indigestion and satiety.
In the moonlight
they get passionate with the cult of Hekate;
while at dawn they wake up puzzled
by the dilemmas of Helen and Antigone.
That’s how Lady Oxford [1] makes them, it seems;
I thought that we should never do unto others
what we wouldn’t have them do unto us;
would Oxford have liked
to be treated like that?
As a woman to a woman: just asking.

4η ΙΟΥΝΙΟΥ

Κυριακή, απομεσήμερο,
δροσιά που μπαίνει από το παράθυρο της κουζίνας.
Κουνάει τις πτυχές της λινής φούστας του
κι αυτό το καλοκαίρι.
Καταιγίδες, λιακάδες, υγρασίες
στο σινεμά καινούργιες ταινίες
στο ραδιόφωνο παρότρυνση
να τρέξετε όλοι στις παραλίες.
Δε θα πάει· πρέπει να μάθει τις απαντήσεις,
και μόνο ρωτώντας τον μαγικό καθρέφτη
μπορεί κάποτε να ξετρυπώσει
το μήλο που δίνει την ζωή.

The Fourth of June

Sunday afternoon,
breeze comes from the kitchen window.
It waves the folds of a linen skirt and
this is summer.
Showers, sunny and humid days,
new films in the cinema
ads on the radio telling everyone
to run to the beaches.
She will not go; she has to learn the answers
and just asking the magic mirror
you may one day find
the apple that gives life.

ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΠΛΑΪ ΣΤΗ ΛΑΜΠΑ

Ήρθα στη ζωή σου επίσκεψη
δύο μάτια δυο αυτιά
δυο ρουθούνια και δύο μάγουλα,
ένα στομάχι και μια καρδιά.
Σε όλα κάθισες
απ’ όλα ήπιες·
τίποτε δε βαθούλωσε
και υγρασία καμία.
Καθώς ετοιμαζόμουν να συνεισφέρω
και άλλα όργανα
“η ώρα σου τέλειωσε” μου είπες
“ποτέ δε χάνω το μεσημεριανό μου ύπνο”.

Talk beside the Lamp

I came to visit your life
two eyes, two ears
two nostrils and two cheeks,
a stomach and a heart.
Υου sat on all,
You drank from all,
Nothing sagged,
and not a drop was left.
As I was getting ready to contribute
other organs,
“Your time is up,” you said,
“I never miss my afternoon nap.”

ΚΑΘΑΡΣΗ ΣΤΟ ODÉON

Εκεί μέσα στο σκοτάδι,
υπό τους ήχους βήχα και φταρνισμάτων,
θα παρακολουθεί με ζήλια
την εξέλιξη της γνωριμίας τους·
όταν το χέρι του θ’ αγγίζει το μάγουλό της
μια σύσπαση θα φανερώνει της απουσίας τον πόνο.
Τη στιγμή που σκύβει να τη φιλήσει
το σαγόνι θα σφίγγεται, το στομάχι θα πετρώνει·
η ένωσή τους κακό σημάδι του τέλους.
Αργότερα, στο δρόμο του γυρισμού
επιθυμώντας κάτι περισσότερο
από την παγωμένη ανάσα του Γενάρη στο λαιμό της,
θα κλαίει επιστρέφοντας στα άδεια πιάτα
με κάτι ελάχιστα υπολείμματα από μαλλιά αγγέλου.

Catharsis at the Nickelodeon

There within the darkness
under the sounds of coughing and sneezing,
The development of their acquaintance
is followed with envy;
when his hand touches her cheek,
a twitch will reveal the pain of absence.
The moment he bends to kiss her
jaw will tighten and stomach turn to stone:
their union a bad omen of the end.
Later, on the way back
wanting something more
from the icy breath of January on her neck,
she will cry returning to the empty plates
with what little remains of angel hair.

ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ

Σκέφτομαι εκείνον το ζωγράφο
που ζωγράφιζε συνέχεια το άρρωστο παιδί του
ελπίζοντας ότι η πρόοδος του έργου
θα συνέτεινε στην αποκατάσταση της υγείας του.
Ξανά και ξανά λοιπόν
πάλευε να νικήσει το θάνατο
αποτυπώνοντας όσα ίχνη ζωής είχαν απομείνει
σ’ αυτή την ψυχούλα που ανάσαινε με τη βοήθεια της αντλίας.
Εσύ μοιάζεις μ’ αυτά τα φυτά
που φτιάχτηκαν για να επιβιώνουν στο σκοτάδι·
το φως μιας λάμπας ξεγελάει τη δίψα τους για ήλιο.
Κοιμάσαι, ξυπνάς, τρως και ξανακοιμάσαι
σε κενό αέρος.
Κατάφερες με τις μετατροπές,
να υπάρχεις, χωρίς οξυγόνο.
Φοβάμαι ότι οι προσπάθειές μου να σου ξαναθυμίσω
τις ευεργετικές ιδιότητες της αναπνοής
θα αποβούν μοιραίες·
κι αντί να γίνεις εσύ ηλιοτρόπιο,
εγώ σιχαμερή θα γίνω νυχτερίδα.

Metamorphosis

I am thinking of that painter
who kept painting his sick child
hoping that the progress of the work
would contribute to the recovery of his health.
So, again and again
he struggled to defeat death
by putting on the canvas whatever traces of life remained
in this little creature on life support.
You resemble these plants
which are made to survive in the darkness;
the lamplight fools their thirst for light.
You sleep, you wake up, you eat and sleep again
in an airtight void.
You have managed, thanks to mutations
to exist without oxygen.
I am afraid that my efforts to remind you
of the beneficial qualities of breathing
will be in vain;
and instead of you becoming a sunflower,
I will become a vile bat.

ΚΑΘΑΡΤΗΡΙΟ

Πόσες φορές μέσα σ’ αυτή τη διορία δεν
νιώσανε σα τον μελλοθάνατο που αν και τρώει το αγαπημένο του φαγητό
έχει ήδη σφηνωμένα στο σαγόνι του
της σήψης τα σκουλήκια.
“Γιατί να φάω;” σκέφτεται, “για να καρπωθούν εκείνα την απόλαυση”,
“Γιατί να σ’ αγαπήσω;” σκέφτεσαι, “για να κινδυνέψω κάποτε να σε χάσω”.
“Τι είδους νόμισμα θα κόψω γι αυτή τη βασιλεία;” σκέφτομαι,
“αν ο βασιλιάς δεν αξιωθεί ούτε για λίγο να καθήσει στον θρόνο”.

Purgatory

How many times within this allotted time did they not
feel like someone about to die who, although eating his favorite meal,
has already wedged in his jaws
the worms of decay.
“Why should I eat,” he thinks, “so they can reap the pleasure?”
‘Why should I love you,” you think, “to risk losing you some day?”
“What kind of coin am I to mint for this kingdom,” I think,
“if the king does not succeed even for a while to sit upon the throne?”

Ο ΑΚΩΝ ΑΥΤΟΧΕΙΡ

Την κάθε λεπτομέρεια υπολόγισε ακριβώς·
οι τυχαίοι παράγοντες εξετάστηκαν σε βάθος.
Η ευφυής σύλληψη στεφανώθηκε από αριστοτεχνική εκτέλεση.
Τα παπούτσια γυαλισμένα, τα έπιπλα ξεσκονισμένα,
τα ρούχα φρεσκοσιδερωμένα,
τα πιάτα πλυμένα και τακτοποιημένα,
το αρχείο λειτουργικά οργανωμένο,
τα μολύβια ξυσμένα, οι πένες γεμάτες,
στα ντουλάπια προμήθειες,
στο ψυγείο αναψυκτικά,
στην τηλεόραση όλα τα κανάλια.
Ας ακολούθαγε πια
κι αυτός
τον ρου των γεγονότων
αντί συνέχεια να σμιλεύει την κοίτη τους.

The Involuntary Suicide

He calculated every detail accurately;
chance factors were examined in depth.
The brilliant conception was crowned by a masterful execution.
The shoes shined, the furniture dusted,
the clothes freshly ironed,
the dishes washed and well arranged,
the archive efficiently organized,
the pencils sharpened, the pens full,
provisions in the cupboards,
refreshments in the fridge,
all the channels on TV.
Better to have followed
the flow of events
instead of continuously carving out their bed.

… ΠΛΑΤΗ ΜΕ ΠΛΑΤΗ ΜΕ ΤΟΝ ΟΔΗΓΟ [2]

Ποτέ δεν του άρεσαν οι εκπλήξεις της διαδρομής
και ησύχαζε στην ιδέα ότι ένα τείχος από βλέμματα
προστάτευε τη θωριά του
από την αναταραχή του απροσδόκητου.
Η αυθεντική συγκίνηση δεν είχε σημασία·
εκείνη τη στιγμή οι Κύκλωπες
βιώνονταν ως απλοί σακάτηδες
κι οι Σειρήνες δεν ήσαν τίποτε περισσότερο
από ναρκισσευόμενες πριμαντόνες.
Μόνον αναδρομικά κατόρθωνε
ν’ ανατριχιάσει στη σκέψη ότι
αυτά που είδε
κι αυτά που άκουσε,
αυτά που γεύτηκε,
κι αυτά που άγγιξε
καταργούν το τυχαίο.

…Back to back with the driver [3]

He never liked surprises on the trip
and was comforted by the idea that a wall of gazes
protected his view
from the turmoil of the unexpected.
Authentic emotion did not matter;
the Cyclopes, when encountered,
he experienced merely as the lame.
and the Sirens were nothing more
than narcissistic primadonnas.
Only in retrospect did he manage
to shiver at the thought that
what he saw
and what he heard,
what he tasted,
and what he touched
precluded the serendipitous.

À ma guise…

Τις πιο ευτυχισμένες στιγμές
τις έχω ζήσει μόνη μου,
Σάββατο απόγευμα στο σπίτι
γράφοντας πλάι σ’ ένα φλυτζάνι τσάι,
ή σε ποτήρι κόκκινο κρασί.
Αυτή την ευτυχία μόνο
το απρόβλεπτο της μεγάλης κλίμακας
μπορεί να την ταράξει·
όλα τα υπόλοιπα εξαρτώνται από μένα:
οι φωτισμοί, η μουσική,
οι λέξεις, οι παύσεις,
η θέση στον καναπέ,
η πλευρά στο κρεβάτι,
η ώρα που θα χτυπήσει το ξυπνητήρι.
Και την άλλη μέρα το πρωί, πάλι
θα εξακολουθώ να εύχομαι,
να μην μπει τίποτε ανάμεσα
σε μένα και το τσάι μου.

À ma guise…

My happiest moments
I have lived in solitude
on Saturday afternoon at home
writing with a cup of tea,
or a glass of red wine.
This happiness
can be shaken only
by something unexpected on a grand scale;
all the rest depends on me:
the lights, the music,
the words, the pauses,
the position on the sofa,
the side of the bed,
the time the alarm will go off.
And the next morning, again,
I’ll keep wishing,
that nothing comes between
me and my tea.

ΛΥΝΟΝΤΑΣ ΕΞΙΣΩΣΕΙΣ

Το ήξερα πως είσαι μαθημένος
στις εξισώσεις.
Το παν είναι να ξεκινήσει κανείς
με τη σωστή υπόθεση· έτσι και έγινε.
Μετά, αρχίζουν οι πράξεις:
προσθέσεις, διαιρέσεις και προπαντός πολλαπλασιασμοί.
Σε όλα σου ήσουν πολλαπλάσιος.
Ενώ το αποτέλεσμα φαινόταν να καθυστερεί πολύ ακόμη
ένιωσες ότι το μολύβι καθοδηγούσε το χέρι.
Υπό το κράτος του φόβου έκλεισες το τετράδιο
για να προλάβεις τυχόν περαιτέρω εκπλήξεις και ανυπακοές.

Solving Εquations

I knew that you were skilled
In equations.
The most important thing is to start
with the right hypothesis. That part went all right.
Then begin the operations:
additions, divisions and above all multiplications.
In all your competence was multiple.
When the result seemed to take still more time,
you felt the pencil was directing your hand.
Gripped by fear you shut the notebook
to prevent further surprises or disobediences.

ΑΝΑΚΥΚΛΩΣΗ;

Τώρα τελευταία, νιώθω ότι έζησα
όταν πετάω στα σκουπίδια
ένα άδειο σωληνάριο οδοντόπαστας
ή ένα τελειωμένο μπουκάλι σαμπουάν.
Χαίρομαι όταν σώνονται τα μολύβια μου
ακόμη κι αν αυτά που έγραψα
δεν είναι τίποτε παραπάνω
από λίστες όλων αυτών που πρέπει να κάνω.
Μ’ αρέσει η φθορά των πραγμάτων
γιατί έχω την ψευδαίσθηση ότι
κατάπια όση ζωή είχαν μέσα τους.

Recycling?

Lately, I feel that I have lived
when I toss into the garbage
an empty tube of toothpaste
or a finished bottle of shampoo.
I am glad when my pencils are used up
even if what I wrote
is nothing more
than lists of what I need to do.
I love the decay of things
because I have the illusion that
I have swallowed the life they contained.

Η ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ

Τίποτε περισσότερο
από τη χαρά που σου δίνει
το γλυκό περγαμόντο·
κάπου διάβασα ότι το άρωμά του
όταν διαχέεται στην ατμόσφαιρα
σε γεμίζει αισιοδοξία.
Κι έτσι κάθε φορά που το βλέμμα μου
περπατάει ξυπόλητο πάνω σ’ ένα ξένο στίχο
με πλημμυρίζει η χαρά
του ζεστού Απριλιάτικου απογεύματος
όταν όλα γίνονται πιθανά αυτή την άνοιξη
και λιγώνομαι από την επιθυμία
της μοιρασιάς
είτε δια στόματος, είτε δια χειρός.

The Function of Poetry

Nothing more
than the joy which
candied bergamot
gives you;
I read somewhere that when the aroma
wafts into the atmosphere,
it fills you with optimism.
So every time my eyes
walk barefoot on an unfamiliar verse
the joy of a warm April afternoon
envelopes me
when everything is possible in spring
and I long for
sharing
either by mouth or by hand.

ΑΡΜΕΝΙΚΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ

Περπατώντας στην πόλη
παρατηρώ προσεκτικά τα πρόσωπα,
πεζά και εποχούμενα.
Διαβάζω τις γραμμές,
τα χείλη, τα φρύδια,
ζυγίζω τις καμπύλες,
τα ρουθούνια, τ’ αυτιά.
Όπως με κάποια αλφάβητα
που μας θυμίζουν κάτι,
αγωνίζομαι να ενώσω τα χάσματα.
Έτσι και με τους περαστικούς:
εξακολουθώ να αναζητώ τον ευανάγνωστο
για τον δικό μου ευαγγελισμό.

Armenian Church

Walking around town
I carefully observe the faces,
of walkers and drivers.
I read the lines,
the lips, the eyebrows,
I weigh the curves,
the nostrils, the ears.
As with some alphabets
which remind us of something,
I am struggling to connect the dots.
Similarly with the passersby:
I keep looking for the legible
for my own Annunciation. [4]

East Village, Feb 22 2001

Έξω γλυστράει
πάντα ολισθηρός ο χρόνος
παραχαράκτης με ξεγελά
εξατμίζονται τα υγρά στα δοχεία
συρρικνώνονται με την πολυκαιρία τα στερεά
τα μόνα απτά είναι τα αόρατα:
ξεδιπλώνεται αντίκρυ μου και με προκαλεί
παντοτινός σύντροφος
ο λευκός τοίχος επάνω στον οποίο
διαγράφεται και μου νεύει
η ελπίδα ότι
κάποιος θα ξεπροβάλει
κι απαλά θα σπρώξει τη δική μου αιώρα,
ώστε ν’ αρχίσει
μια άλλου είδους ταλάντωση.

East Village, Feb 22 2001

It’s slippery out
Time is always slippery,
A counterfeiter with tricks.
Liquids evaporate in containers,
Solids shrink with time,
the only concrete things are the invisible:
It unfolds across from me, challenging me,
Eternal companion,
The white wall on which
takes shape, nodding at me,
the hope that
somebody will emerge
and gently push my hammock,
to start
another kind of sway.

ΒΑΒΕΛ ΓΙΑ ΔΥΟ

All is translation.
And every bit of us is lost in it.
James Merrill, “Lost in Translation”
Ήμουν της οριστικής· εσύ
της ευκτικής και μάλλον της υποτακτικής.
Στον δικό μου απλό μέλλοντα,
αντιπαρέθετες συνήθως λόγους υποθετικούς.
Η υπερβολική χρήση κτητικών αντωνυμιών
πάντα με έβαζε σε υποψίες.
Παρά την επίμονη παρατήρηση
της γραμματικής και του συντακτικού σου
μου πήρε χρόνια να κατανοήσω τα λόγια σου·
εν τω μεταξύ, η σύγχυση διαιωνιζόταν
καθώς δινόταν έμφαση σε νοήματα
με τις χαμηλότερες βάσεις επιτυχίας.

Ας όψονται οι ξένες γλώσσες που μιλούσαμε:
σαν τουρίστες εξαντληθήκαμε
σε γενικότητες και κοινοτοπίες.

Babel for Two

All is translation.
And every bit of us is lost in it.
James Merrill, “Lost in Translation”
I was of an indicative nature. You
Of the optative or, rather, of the subjunctive.
To my simple future,
You customarily juxtaposed hypothetical reasons.
The hyperbolic use of possessive pronouns
Always made me suspicious.
Despite persistent observation
of your grammar and syntax,
it took me years to understand your words.
Meanwhile the confusion was perpetuated
and emphasis was given to meanings
with the least likelihood of success.
Despite our language skills,
Like tourists, we exhausted ourselves
In generalities and inanities.

ΠΕΡΑ ΑΠ’ ΤΗ ΛΟΓΙΚΗ

Το περίγραμμα χαράζεις του σχήματος
μετά αρχίζεις να γεμίζεις το εσωτερικό του.
Αν έθετες άλλα όρια,
οι καμπύλες θα ήσαν πιο εύκαμπτες,
ο χώρος του έργου μεγαλύτερος.
Αλλά ακολουθείς τη χάραξη
και σπάνια βγαίνεις από τη γραμμή,
κλέβοντας λίγο στο πλάτος ή στο ύψος.
Η θλίψη: πώς θα φάνταζαν όλα σ’ ένα σχήμα διαφορετικό
Η χαρά: που από τη χερσόνησο του κενού αποκόπηκε ένα
κομμάτι κι αρμενίζει προς το όνειρο.

Beyond Logic

You define the outline of the shape
Then you begin to fill in the inside.
If you were to put in other boundaries,
The curves would be more flexible,
The space of the work larger.
But you continue the drawing
And rarely go out of line,
Stealing a little in width or height.
The sorrow: how all might look in a different shape
The joy: how from the peninsula of empty space,
a piece was cut off and sails towards the dream.

La forza del destino

One wanted the companion who might
Act on a hushed injunction […]
James Merrill, “Santorini”
Από την καλύτερη θέση τα είδαμε όλα·
το πάθος και τα κλάματα,
τις γιορτές και τα δράματα,
τον χωρισμό, την ένωση,
την αρρώστια και το θάνατο.
Παρακολουθούσες σφιγμένος,
αγκαλιάζοντας τον εαυτό σου, όπως πάντα:
αυταρέσκεια; ένστικτο επιβίωσης; άγνωστο.
Στα διαλείμματα στοιχειώδης επικοινωνία:
ερώτηση-τοίχος, απάντηση-βρόγχος.
Ποτέ δε θ’ αφήσουν ίχνη
ο ένας πάνω στον άλλο.
Και στις αναπολήσεις τους,
δεν θα χωρέσουν ποτέ μαζί
στον ίδιο κόκκο ανάμνησης.

La forza del destino

One wanted the companion who might
Act on a hushed injunction […]
James Merrill, “Santorini”
From the best place we saw everything;
passion and tears,
celebrations and dramas,
separation, union,
illness and death.
You watched, tense,
embracing yourself, as always:
Complacency? Survival instinct? Unknown.
At intervals minimal contact:
Question—wall, Answer—gasp.
They will never leave traces
one on top of the other
In their reminiscences,
they will never fit together
in the same grain of memory.

ΣΥΜΠΥΚΝΩΜΕΝΗ ΔΡΑΣΗ

Στον άδειο νεροχύτη μπροστά
σκέφτομαι,
να είσαι θέλω
από εκείνα τα απορρυπαντικά
που όντως με μια σταγόνα
καθαρίζουν μια στoίβα άπλυτα πιάτα:
αφού σταθείς δίπλα μου στο πλάνο
θα το κάνουμε να κρατήσει
πέντε φορές πιο πολύ.

Concentrated Action

In front of an empty sink
I think
I want you to be
one of those detergents
that with one drop
really cleans a stack of dirty dishes:
once you stand next to me in the scene
we will make it last
five times longer.

ΣΠΛΑΧΝΙΚΟ

Με τις αναθυμιάσεις της οδύνης ακόμη νωπές,
καθώς αραιώνει σταδιακά το σκοτάδι,
κι ακτίνες εισχωρούν στις βαθύτερες φωλιές,
το σώμα μού υπαγορεύει μιαν αλήθεια σα χάδι:
Η πιο γλυκιά ανάμνηση είναι αυτή του πόνου
με τη βεβαιότητα ότι είναι πίσω μας
και την ελπίδα πως δε θα ξανάρθει.

Visceral

With the fumes of grief still fresh,
as the darkness gradually thins
and rays penetrate the deeper niches
my body dictates a truth like a caress:
The sweetest memory is that of pain
with the certainty that it is behind us
and the hope that it will not return.

Footnotes

[ back ] 1. In Greek Oxford (η Οξφόρδη), is feminine in gender, so she is addressed here as a Lady.
[ back ] 2. Πάνω σε μια ιδέα της Κατερίνας Αγγελάκη-Ρουκ από το ποίημα «Οι ακρότητες του μέλλοντος» στη συλλογή Ενάντιος Έρωτας.
[ back ] 3. Based on an idea of Katerina Angelaki-Rouke in her poem “The Excesses of the Future,” in the collection Enantios Erotas [Contrary Love].
[ back ] 4. The poem’s reference to Annunciation may hold less resonance for readers unfamiliar with Greek Orthodoxy for whom the poem may evoke the opening lines of the hymn for this important feast:
Today is the beginning of our salvation,
And the revelation of the eternal mystery!
Not insignificantly, the feast’s date, March 25, was selected as the day of celebration for the declaration of Greek independence (Translator’s Note).